Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα άργησε έξι χρόνια-Δείτε τι ισχύει στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες




Στην Ελλάδα τα βιώνουμε όλα με καθυστέρηση. Τα άσχημα καθιερώνονται άμεσα, ψηφίζονται άμεσα τροπολογίες και φόροι, ενώ τα καλά που θα ανακουφίσουν τον κόσμο, πρέπει να περάσει μεγάλο διάστημα για να γίνου πραγματικότητα.

Η χώρα μας  βιώνει εδώ και έξι χρόνια μια βαθύτατη οικονομική κρίση, αλλά το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα (ΕΕΕ), μόλις που άρχισε την εφαρμογή του και μάλιστα πιλοτικά.
Ακόμη και από το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής, στην τριμηνιαία έκθεση για την ελληνική οικονομία, επισημάνθηκε ότι το συγκεκριμένο μέτρο ήρθε στην Ελλάδα, «καθυστερημένα»
Το dikaiologitika.gr παρουσιάζει το τι ισχύει στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης ποιες διαφορές υπάρχουν με το αντίστοιχο πρόγραμμα στην Ελλάδα αλλά και ποιες διαφορές υπάρχουν στις παροχές και τις διευκολύνσεις που παρέχονται στους δικαιούχους ανά χώρα.
Τι ισχύει στην Ευρώπη
Η πρώτη ανεπιτυχής προσπάθεια να θεσμοθετηθεί το ΕΕΕ έγινε το 2000, κατά την περίοδο διακυβέρνησης Σημίτη. Το 2005 ο ΣΥΡΙΖΑ κατέθεσε στο κοινοβούλιο δεύτερο σχέδιο νόμου για την καθιέρωση του ΕΕΕ, το οποίο επίσης δεν προχώρησε. Στην ΕΕ όμως η πολιτική που ακολουθήθηκε για ανάλογες περιπτώσεις οικονομικής κρίσης, είναι διαφορετική. Παρά το γεγονός ότι παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των Ευρωπαϊκών Κοινωνικών Συστημάτων ως προς το ύψος και την ποικιλία των παροχών ή τους όρους προσβασιμότητας σε αυτές, εντούτοις υπήρξαν μοντέλα ΕΕΕ που εφαρμόστηκαν και συνεχίζουν να εφαρμόζονται. Ακόμα και ως έσχατο μέτρο, στόχος είναι το ΕΕΕ να βοηθήσει όσους το λάβουν να μην πέσουν κάτω από το οικονομικό όριο που θεωρείται το ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης.

Σχεδόν σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα χορηγείται ύστερα από αίτηση του ενδιαφερόμενου ατόμου ή οικογένειας. Κοινή προϋπόθεση για να χορηγηθεί η εισοδηματική στήριξη είναι ο έλεγχος των οικονομικών πόρων των υποψήφιων δικαιούχων, καθώς και η παροχή στήριξης για την επανένταξή τους στην αγορά εργασίας. Το δικαίωμα αφορά τους μόνιμα εγκατεστημένους πολίτες της χώρας, ενώ είναι έντονο το φαινόμενο της διοικητικής αποκέντρωσης των προγραμμάτων.
Στο σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών έχουν θεσπιστεί νομοθετικές διατάξεις για την παροχή βοήθειας σε εκείνους τους πολίτες που βρίσκονται σε ανάγκη, είτε επειδή δεν έχουν τους αναγκαίους πόρους ή γιατί δεν έχουν εργασία.
Η ανάπτυξη συστημάτων ΕΕΕ είναι έντονη την τελευταία 20αετία με κύριο χαρακτηριστικό την ποικιλομορφία. Κάθε χώρα ακολουθεί διαφορετική πολιτική σε ζητήματα κοινωνικής προστασίας. Σε μια προσπάθεια ομαδοποίησης θα καταλήγαμε σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες:
α) Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται χώρες οι οποίες χαρακτηρίζονται από απλά αλλά περιεκτικά συστήματα (Αυστρία, Βέλγιο, Κύπρος, Τσεχία, Γερμανία, Δανία, Φιλανδία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σλοβενία, Σουηδία, Ολλανδία). Τα συστήματα αυτά απευθύνονται σε άτομα τα οποία δεν διαθέτουν τα αναγκαία μέσα διαβίωσης.
β) Στην δεύτερη κατηγορία συναντάμε χώρες (Εσθονία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Σλοβακία), η οποίες διαθέτουν συστήματα τα οποία ορίζονται ως μη κατηγορικά.
γ) Στην τρίτη κατηγορία περιλαμβάνονται χώρες (Ισπανία, Γαλλία, Ιρλανδία, Μάλτα, Ηνωμένο Βασίλειο), οι οποίες έχουν αναπτύξει ένα σύνθετο δίκτυο από διαφορετικά και συχνά επικαλυμένα συστήματα. Τα συστήματα αυτά απευθύνονται σε κοινωνικές κατηγορίες που έχουν επείγουσα ανάγκη υποστήριξης.
δ) Στην τέταρτη και τελευταία κατηγορία βρίσκονται χώρες (Βουλγαρία, Ελλάδα, Ιταλία), που χαρακτηρίζονται από περιορισμένες και αποσπασματικές διατάξεις, οι οποίες απευθύνονται σε συγκεκριμένες πληθυσμιακές ομάδες.
Ας σημειωθεί ότι η Ελλάδα, σε αντίθεση με άλλες χώρες της ΕΕ, δεν έχει προσδιορίσει με ακρίβεια την έννοια του όρου «ανεπαρκές επίπεδο διαβίωσης».

Τα ευρωπαϊκά συστήματα ΕΕ, καλύπτουν ένα ποικίλο φάσμα κοινωνικών παροχών. Η Λετονία για παράδειγμα, διαθέτει ένα γενικό μη ανταποδοτικό ελάχιστο σύστημα, που ενσωματώνεται στην εθνική νομοθεσία. Το υπουργικό συμβούλιο καθορίζει το επίπεδο του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Ωστόσο οι δήμοι έχουν το δικαίωμα να αποκλίνουν από τις εθνικές κατευθυντήριες γραμμές και να καθιερώνουν ένα υψηλότερο επίπεδο ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, που δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% των κατώτατων συντάξεων γήρατος και αναπηρίας.
Παρόμοια τεχνική εφαρμόζεται και στην Νορβηγία: στην περίπτωση αυτή το ΕΕΕ δεν καθορίζεται από νόμο αλλά από το υπουργείο Εργασίας, το οποίο εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα ποσά που απαιτούνται για ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Στην Ιταλία, η νομοθετική αρμοδιότητα έχει μεταφερθεί από το εθνικό επίπεδο στις περιφέρειες ή στους δήμους. Αυτό μεταφράζεται σε ένα «μωσαϊκό» από διάφορα τοπικά συστήματα. Στο Βέλγιο οι παροχές οργανώνονται σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Στην Ισπανία, οι αρμοδιότητες εκτείνονται τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, για ειδικά συστήματα. Στην Αυστρία, το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα ρυθμίζεται από διαφορετικές νομοθετικές πράξεις και κανονισμούς των εννέα ομοσπονδιών.
Τι παροχές δίνουν και με ποια κριτήρια οι χώρες της ΕΕ
Τα συστήματα που εφαρμόζουν οι χώρες της ΕΕ, για τη χορήγηση Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ) στους πολίτες τους, αποτελούν ένα συνδυασμό παροχών σε είδος και παροχών σε χρήμα. Οι περισσότερες χώρες – μέλη προκρίνουν την αρχή των παροχών σε χρήμα, ενώ λιγότερες είναι εκείνες που επιλέγουν και τη λύση των παροχών σε είδος. Στην Κύπρο για παράδειγμα, οι παροχές σε είδος αφορούν τη δωρεάν ιατρική περίθαλψη. Γενικότερα, οι παροχές σε είδος παρατηρούνται συνήθως σε κράτη με αποκεντρωμένες δομές (συνήθως σε δήμους ή περιφέρειες, πχ Ιταλία και Αυστρία).
Υπάρχουν κράτη – μέλη που εκτός από τις καθαρές παροχές σε χρήμα κάνουν χρήση και των λεγόμενων top – up παροχών. Οι παροχές αυτές αποτελούν επιπλέον συμπλήρωμα εισοδημάτων από εργασία, συντάξεις και επιδόματα.
Η Ελβετία είναι το μόνο κράτος μέλος που προβλέπει top up παροχές σε χρήμα. Ορισμένα κράτη μέλη συνδυάζουν και παροχές σε χρήμα και top up παροχές. Η Κύπρος παρέχει ειδικό επίδομα, το ποσό του οποίου εξαρτάται από την κανονική ή την κοινωνκή σύνταξη που λαμβάνει ο δικαιούχος. Στην Πορτογαλία υπάρχει το επίδομα κοινωνικής αλληλεγγύης για τους ηλικιωμένους, είτε έχουν δικαίωμα για ανταποδοτική σύνταξη είτε όχι.
Στη Γαλλία, συναντάται το επίδομα ειδικής αλληλεγγύης, το οποίο εγγυάται ένα ελάχιστο εισόδημα για τα άτομα που είναι ικανά να εργαστούν, καθώς και πλήρης αποζημίωση όταν το εισόδημα είναι κάτω από ένα ορισμένο όριο.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο συναντάται η εισοδηματική στήριξη, δηλαδή εισόδημα που χρηματοδοτείται από τους φόρους και παρέχει οικονομική βοήθεια σε άτομα που δεν έχουν πλήρη απασχόληση και το εισόδημα των οποίων, ανεξαρτήτως πηγής, είναι κάτω από ένα συγκεκριμένο επίπεδο.
Η Νορβηγία, η Σουηδία και η Αυστρία εφαρμόζουν συστήματα κοινωνικής πρόνοιας τα οποία εκτός των άλλων καλύπτουν καθορισμένες και μετρήσιμες δαπάνες. Οι δαπάνες αυτές αφορούν την καθημερινότητα και περιλαμβάνουν την κάλυψη βασικών αναγκών όπως, τρόφιμα και ποτά, ρούχα και παπούτσια, είδη υγιεινής, καθημερινή εφημερίδα, τηλεφωνικά έξοδα, έξοδα που σχετίζονται με τη συμμετοχή ελεύθερου χρόνου και κόστους μεταφοράς. Το σύστημα της Σουηδίας προβλέπει μέχρι και την ασφάλιση των νοικοκυριών.
Το ύψος της εισοδηματικής στήριξης υπόκειται σε περιοδική αναθεώρηση και προσαρμογή. Τα περισσότερα κράτη – μέλη εφαρμόζουν την αυτόματη ρύθμιση με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτή. Ειδικότερα, σε ορισμένες χώρες η αύξηση πραγματοποιείται μόνο εάν ο δείκτης τιμών του καταναλωτή, αυξάνεται πάνω από ένα ορισμένο ποσοστό (Τσεχία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο). Ορισμένα κράτη μέλη προσαρμόζουν το ποσό μόνο μετά από απόφαση της κυβέρνησης πχ Λιθουανία, Εσθονία, ενώ σε άλλες χώρες, η προσαρμογή είναι συνάρτηση των διαθέσιμων πόρων του προϋπολογισμού (Βουλγαρία, Λετονία). Από χώρα σε χώρα διαφέρει και η περιοδικότητα της ρύθμισης. Στις περισσότερες χώρες μέλη είναι ένα έτος, στη Σλοβενία και την Ουγγαρία είναι έξι μήνες, στην Πολωνία είναι κάθε 2 ή 3 χρόνια και ανά τακτά χρονικά διαστήματα στη Λιθουανία και στην Εσθονία.
Όροι επιλεξιμότητας
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του dikaiologitika.gr οι χώρες της ΕΕ, έχουν τοποθετήσει την κατοικία, την ιθαγένεια και την ηλικία, στην κορυφή των προϋποθέσεων για τη χορήγηση Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ). Ας δούμε πιο αναλυτικά, τι ισχύει:

Κατοικία
Οι περισσότερες χώρες προβλέπουν ως απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσβαση στο σύστημα ΕΕΕ, την κατοικία στη χώρα. Οι μόνες εξαιρέσεις είναι η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Στη Σουηδία, οι δικαιούχοι πρέπει να διαθέτουν άδεια παραμονής, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο αρκεί μόνο η παρουσία τους στη χώρα. Σε άλλες χώρες η νόμιμη διαμονή θα πρέπει να υπερβαίνει ένα καθορισμένο χρονικό όριο, για παράδειγμα 7 χρόνια στη Δανία, 5 χρόνια στο Λουξεμβούργο και από 3 έως 5 χρόνια στην Ισπανία. Σε ορισμένες χώρες, γίνεται αναφορά στην αναγκαιότητα της «μόνιμης κατοικίας», χωρίς ωστόσο, να προσδιορίζεται η ακριβής χρονική διάρκεια: αυτή είναι η περίπτωση της Γαλλίας, καθώς και πολλών άλλων κρατών μελών της ΕΕ, όπως είναι η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Πολωνία και η Σλοβενία. Είναι πιθανό αυτός ο όρος να έχει ως στόχο τον αποκλεισμό των πολιτών που διαμένουν σε άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης για πολλούς μήνες του έτους από την πρόσβαση σε μέτρα Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση των Γερμανών που διαμένουν σε ξένες χώρες και οι οποίοι τελούν υπό καθεστώς ανέχειας.

Ιθαγένεια
Προσδιορίζονται τρεις ομάδες χωρών. Η πρώτη αποτελείται από τις χώρες που χορηγούν Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα μόνο για τους πολίτες τους και έτσι η εθνικότητα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόσβαση στο μέτρο (εξαιρούνται όσοι αιτούνται άσυλο και άλλες ειδικές κατηγορίες). Οι χώρες αυτές είναι η Αυστρία, η Γαλλία, η Μάλτα και η Δανία. Μια δεύτερη κατηγορία χωρών είναι εκείνες που καλύπτουν και τους αλλοδαπούς, υπό την προϋπόθεση ότι διαμένουν νόμιμα στην επικράτειά τους. Αυτές είναι η Φιλανδία, το Λουξεμβούργο, η Ισπανία, η Νορβηγία, η Βουλγαρία, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Εσθονία, η Λιθουανία, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Σλοβακία, η Σλοβενία και η Σουηδία. Στην Ιρλανδία, οι αλλοδαποί απαιτείται να έχουν μια απλή άδεια παραμονής, ενώ στην Κύπρο η ιθαγένεια δεν είναι υποχρεωτική για να λάβει κάποιος το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα.

Ηλικία
Στην περίπτωση της ηλικίας, οι διαφορές είναι ακόμα πιο έντονες. Η Αυστρία, η Δανία, η Φιλανδία, η Γερμανία, η Νορβηγία, η Σουηδία, η Κύπρος, η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία, η Τσεχία και η Σλοβακία, δεν θέτουν όριο ηλικίας για την πρόσβαση στο ΕΕΕ. Σε άλλες περιπτώσεις, η απουσία ενός ορίου ηλικίας είναι τυπική και όχι ουσιαστική, που σημαίνει ότι δεν μεταφράζεται αυτόματα σε υποκειμενικό δικαίωμα του ανηλίκου. Για παράδειγμα στις σκανδιναβικές χώρες (Νορβηγία, Δανία, Σουηδία, Φινλανδία), όλοι οι νόμοι για το ΕΕΕ, αναφέρουν ως υποχρέωση των γονέων να βοηθούν οικονομικά τα ανήλικα τέκνα τους. Στην Κύπρο ο κανόνας αυτός, αφορά μόνο τα παιδιά με ειδικές ανάγκες.

Σε άλλες χώρες προβλέπεται ρητά ένα ελάχιστο όριο ηλικίας προκειμένου κάποιος να επιλεγεί για το ΕΕΕ. Στο Ηνωμένο Βασίλειο το όριο ηλικίας είναι τα 16 έτη, τα 18 έτη ισχύουν στο Βέλγιο, στην Ιρλανδία, στην Μάλτα, στην Ολλανδία, στην Σλοβενία, στην Ρουμανία, στην Πολωνία και στην Πορτογαλία. Τα 25 έτη ισχύουν στο Λουξεμβούργο, στη Γαλλία και στην Ισπανία. Οι εξαιρέσεις αφορούν έγγαμους ανήλικους με παιδιά, όπως είναι το Βέλγιο και η Πορτογαλία. Ανώτατο ηλικιακό όριο, για την πρόσβαση στο μέτρο προβλέπεται στην Ισπανία (65 έτη) και στη Μάλτα (60 έτη). Στην Γερμανία και στην Ολλανδία τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, εντάσσονται σε ειδικά μέτρα.
Ένταξη στην απασχόληση
Τα περισσότερα ευρωπαϊκά προγράμματα Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ) μεριμνούν για την κοινωνική και την επαγγελματική ένταξη των δικαιούχων. Η πλειονότητα των κρατών μελών συνδέει το δικαίωμα για παροχές με ένα ελάχιστο βαθμό δέσμευσης για εύρεση εργασίας. Στο Λουξεμβούργο, δεν μπορεί να εγκαταλείψει κάποιος την εργασία του χωρίς κάποια βάσιμη αιτιολογία και δεν μπορεί να απολυθεί εάν δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι. Η Ελβετία δεν εφαρμόζει τέτοιες πολιτικές αφού η μέριμνα αφορά ηλικιωμένους και άτομα με αναπηρία. Αντίθετα, η Σλοβακία δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην προθυμία των δικαιούχων για εργασία. Στην Ισπανία τα προγράμματα επανένταξης στην εργασία, δεν σχετίζονται με την καταβολή ΕΕΕ. Στη νομοθεσία των περισσότερων κρατών – μελών προβλέπεται η υποχρεωτική εγγραφή των ατόμων που θα λάβουν ΕΕΕ, στα κέντρα εύρεσης απασχόλησης. Ουσιαστικά, κάθε υποψήφιος δικαιούχος για παροχές κοινωνικής βοήθειας θα πρέπει είτε να αναζητά ενεργά εργασία, είτε να είναι διαθέσιμος για οποιαδήποτε εργασία. Όλα τα κράτη μέλη εστιάζουν κυρίως στην απόκτηση εισοδήματος μέσω σύναψης σύμβασης εργασίας. Στη Ρουμανία, κάποιο από τα μέλη της οικογένειας που λαμβάνει ΕΕΕ, είναι υποχρεωμένο να εργαστεί προς το συμφέρον της τοπικής αυτοδιοίκησης, με στόχο την κοινωνική ένταξη. Στην Ολλανδία, οι σύντροφοι / σύζυγοι των ανέργων θα πρέπει επίσης να αναζητήσουν εργασία. Στην Γερμανία, άτομα που έχουν ανάγκη και που είναι ικανά να εργαστούν, καθώς και τα άτομα που ζουν μαζί τους, θα πρέπει να εξαντλήσουν όλες τις δυνατότητες που έχουν για να βρουν δουλειά.

Στην περίπτωση που η αναζήτηση για εργασία αποτύχει, τα περισσότερα από τα κράτη μέλη προβλέπουν μια «εναλλακτική οδό», κυρίως μέσω της παρακολούθησης προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης. Ορισμένα κράτη μέλη καθορίζουν μέχρι και συγκεκριμένους όρους, όπου μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει ένα τέτοιο πρόγραμμα. Στην Ιρλανδία, όλα τα άτομα που δεν εργάζονται για διάστημα τριών μηνών, συμμετέχουν στο εθνικό σχέδιο δράσης για την απασχόληση, με κύριο στόχο να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας.
Εκτός από την επαγγελματική κατάρτιση κάποια κράτη μέλη εφαρμόζουν και άλλους τρόπους υποστήριξης των δικαιούχων ΕΕΕ. Στην Γερμανία, οι τοπικές αρχές παρέχουν συμβουλές διαχείρισης χρέους ή ψυχολογική υποστήριξη και συμβουλευτική κατά του εθισμού σε ουσίες. Στην Μάλτα, υπάρχουν προγράμματα αποτοξίνωσης από ναρκωτικά και αλκοόλ, ενώ στην Σλοβενία ο δικαιούχος υποχρεώνεται να συνάψει συμβάσεις με το κέντρο κοινωνικής εργασίας.

Άλλες πρωτοβουλίες που έχουν λάβει ορισμένες χώρες είναι οι εξής:
*Νορβηγία: Η υπηρεσία εργασίας και πρόνοιας μπορεί να θέσει προϋποθέσεις για τη χορήγηση κοινωνικής και οικονομικής βοήθειας, για παράδειγμα, την εργασία στο Δήμο.
*Βουλγαρία: Οι άνεργοι προκειμένου να λάβουν το μηνιαίο επίδομα κοινωνικής πρόνοιας, συμμετέχουν σε προγράμματα που διοργανώνονται από το Δήμο για την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών.
*Βέλγιο: Το δημόσιο κέντρο κοινωνικής βοήθειας μπορεί να προτείνει μια εργασία στον ενδιαφερόμενο, με σκοπό την απόκτηση επαγγελματικής εμπειρίας καθώς και να τον θέσει στη διάθεση εργοδοτών του ιδιωτικού τομέα.

Μπορεί επίσης, να καλύψει και ένα μέρος του μισθού του.
Σε όλα τα κράτη μέλη επιβάλλουν κυρώσεις τιμωρώντας την «απρόθυμη συμπεριφορά». Στην Βουλγαρία, η άρνηση να συμμετάσχουν οι υποψήφιοι δικαιούχοι σε προγράμματα επανένταξης, έχει ως αποτέλεσμα τη διακοπή της οικονομικής βοήθειας. Η επιβολή κυρώσεων καθορίζεται από νομοθετικές πράξεις. Στην Κύπρο η άρνηση συμμετοχής σε πρόγραμμα κατάρτισης ή η απόρριψη θέσης εργασίας, σημαίνει τη διακοπή της βοήθειας. Το ίδιο συμβαίνει και στη Δανία. Στην Ουγγαρία, το δικαίωμα στις παροχές τερματίζεται αυτόματα, αν ο δικαιούχος διαγραφεί από το μητρώο αναζήτησης εργασίας. Εάν η συμπεριφορά αυτή παρατηρηθεί για πρώτη φορά, τότε προβλέπεται αναστολή χορήγησης του ΕΕΕ για ένα μήνα. Εάν όμως παρατηρηθεί για δεύτερη φορά, τότε αυτό συνεπάγεται τον τερματισμό της παροχής.

Κάποια κράτη μέλη παρέχουν οικονομικά κίνητρα σε εργοδότες που προσλαμβάνουν άτομα που λαμβάνουν το επίδομα. Κράτη όπως το Βέλγιο, η Γαλλία και η Σλοβακία επιδοτούν τους ιδιοκτήτες επιχειρήσεων που απασχολούν δικαιούχους ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος. Στην Σλοβενία για παράδειγμα, χορηγούνται 12 μηνιαίες πληρωμές ΕΕΕ, στους εργοδότες που προσλαμβάνουν μακροχρόνια δικαιούχους ΕΕΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου